горловой - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

горловой - translation to πορτογαλικά


горловой      
de (da) garganta ; (о голосе) gutural
jugular I adj      
анат горловой; шейный
gutural adj      

1) горловой, гортанный;
2) гуттуральный (о звуке)

Ορισμός

горловой
прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: горло (1), связанный с ним.
2) Свойственный горлу (1), характерный для него.
3) перен. Резкий, имеющий гортанный оттенок (о голосе).
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για горловой
1. Читать прозу Надежды Горловой - настоящее эстетическое наслаждение.
2. Читая прозу Горловой, надо мысленно надеть на себя... черные очки.
3. Проза Надежды Горловой не стилизаторство и не бытописательство.
4. "Меня привлек ее глубокий горловой голос, звучавший очень сексуально, - вспоминала Рифеншталь.
5. Омск, ул. 5 Армии, 4, оф. 1). Адрес Горловой Т.Л.: 634057, г.